ΔΗΛΩΣΗ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ
Οι αρνητικές αντιδράσεις που ακολούθησαν τη νομοθετική πρόταση του Υπουργείου Πολιτισμού για την ελληνική μουσική και ιδίως για το ελληνόφωνο τραγούδι, προκάλεσαν κάποια ερωτηματικά στα οποία οι υπογράφοντες το παρόν κείμενο δίνουν τη δική τους απάντηση.
Ερωτήματα:
- Δικαιούται ή όχι το κράτος να παρεμβαίνει στην πολιτισμική αγορά; Διότι για παρέμβαση στη μουσική αγορά πρόκειται και όχι στην πολιτισμική δημιουργία.
- Πώς επιτρέπεται στο κράτος να παρεμβαίνει σε μακρόχρονους πολιτισμικούς θεσμούς που δεν έχουν προκύψει από νομοθετικές ρυθμίσεις αλλά από μακροχρόνιες κοινωνικές πρακτικές ─όπως ο γάμος για παράδειγμα─, να ιδρύει πολιτισμικούς οργανισμούς ─όπως μουσεία ή μουσικά σχολεία─ και να προΐσταται της εκπαιδευτικής λειτουργίας εν γένει, ενώ τού υποδεικνύεται να μην παρεμβαίνει ρυθμιστικά στη μουσική αγορά, όταν μάλιστα δεν ασκεί απαγόρευση αλλά περιορίζεται στην παροχή κινήτρων;
- Αμφιβάλλει κανείς ότι το τραγούδι δεν είναι μόνο μουσική, αλλά και στίχος και δη ποιητικός; Αρνείται κανείς πως το τραγούδι αποτέλεσε και αποτελεί για όλους τους λαούς, στις διάφορες ιστορικές μορφές του, όχι μόνο μέσον επικοινωνίας, αλλά και γλωσσικής εκμάθησης και σύνδεσης του ατόμου με τη συλλογική μνήμη;
Σε αυτές τις ηχηρά διατυπωμένες απορίες απαντούμε κατά σειρά:
Απαντήσεις:
1.Το Υπουργείο Πολιτισμού, ως όργανο του κράτους, ιδρύθηκε για την προστασία της πολιτισμικής μας κληρονομιάς; Σ’ αυτήν την κληρονομιά ανήκει δικαιωματικά και η ελληνική μουσική εν γένει, όπως και το ελληνικό τραγούδι. Η προστασία δεν νοείται ως επιχορήγηση του δημιουργού, αλλά ως ενίσχυση της συνέχειας ενός εθνικού πολιτισμικού πλούτου αναγκαίου για την επιβίωση ενός λαού. Είναι καθήκον ενός εθνικού κράτους, ιδίως την εποχή της παγκοσμιοποίησης, να μην θέτει φραγμούς στα αγαθά άλλων πολιτισμών, ταυτόχρονα όμως να μην αφήνει να καταπατώνται τα πολιτισμικά επιτεύγματα του λαού του από ιδιαίτερα επαγγελματικά συμφέροντα. Η καλή μουσική όλων των χωρών είναι σεβαστή και πρέπει να ακούγεται.
Συγχρόνως, όμως, θα πρέπει να γίνεται κατανοητό από όλα τα μέλη της κοινωνίας πολιτών (και φυσικά οι επαγγελματίες του τουρισμού αποτελούν μέλη αυτής), ότι η ανάδειξη του οικείου πολιτισμού με την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του, αν γίνει με ευαισθησία και γνώση, είναι προς όφελος όλων, ιδιαίτερα των ασχολουμένων με την ελληνική φιλοξενία.
- Το σύγχρονο δημοκρατικό κράτος δεν είναι μόνο κράτος προστατευτικό τής οικονομίας ή του δικαίου, είναι και κράτος προστασίας των όρων για την ηθική και πνευματική εξύψωση της κοινωνίας πολιτών. Εξού και η παρέμβασή του στον κινηματογράφο, στο θέατρο, στην συγγραφική παραγωγή∙ γι’ αυτό, άλλωστε, είναι δίκαιη η κριτική που του ασκείται όταν δεν το πράττει ή ολιγωρεί στην υποστήριξή τους.
- Το γεγονός ότι πολύ συχνά, κάτω από την επιρροή του συρμού, επιλέγονται μουσικές και τραγούδια με πενιχρό στίχο, μας απομακρύνει από νοήματα που τρέφουν και συντηρούν τον κοινό μας βίο. Σε αντίθεση, το ποιοτικό ελληνικό τραγούδι, ως το τελευταίο οχυρό τού προφορικού λόγου, ενώ χαρίζει στον ακροατή του την παρηγοριά τού συνανήκειν, θεμελιωμένου κατ’ εξοχήν στην μητρική γλώσσα, ταυτόχρονα, τον συνδέει με τη συλλογική μνήμη. Κι αυτήν την μνήμη είναι καθήκον του κράτους να την προστατεύει.
Βαγενάς Νάσος, ποιητής, καθηγητής ΕΚΠΑ
Δεμερτζής Νίκος, καθηγητής ΕΚΠΑ
Ζιάκας Θεόδωρος, συγγραφέας
Καραποστόλης Βασίλης, καθηγητής ΕΚΠΑ
Κουτσομάλλης Κυριάκος, γεν. διευ/ντής Ιδρύματος Β.&Ε. Γουλανδρή
Μακρυδημήτρης Αντώνης, καθηγητής ΕΚΠΑ
Σιδέρης Ανδρέας, εκδότης
Σόρογκας Σωτήρης, ζωγράφος, καθηγητής ΕΜΠ
Τσιβάκου Ιωάννα, καθηγήτρια Παντείου Πανεπιστημίου
Τσοκανή Χαρίκλεια, καθηγήτρια, Παντείου Πανεπιστημίου